Ο ηγέτης της ισραηλινής αντιπολίτευσης Γιαΐρ Λαπίντ εξέφρασε την ανησυχία του για σειρά κυβερνητικών προτάσεων που θα περιορίσουν ακόμη περισσότερο, κατ’ αυτόν, την ελευθερία του Τύπου στη χώρα.
Αφότου σχηματίστηκε αυτή η κυβέρνηση το 2022, το Ισραήλ έπεσε 15 θέσεις στην κατάταξη ως προς την ελευθεροτυπία που καταρτίζεται από τη μη κυβερνητική οργάνωση Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (Reporters sans frontières, RSF), τόνισε ο κ. Λαπίντ κατά τη διάρκεια έκτακτης εκδήλωσης στην Κνέσετ, την ισραηλινή Βουλή.
Έκρινε ότι η σημερινή κυβέρνηση -που χαρακτηρίζεται η πιο δεξιά στην ιστορία του Ισραήλ- δεν θέλει ισορροπημένο σκηνικό στον χώρο των ΜΜΕ, αντιθέτως επιδιώκει η χώρα να έχει “μέσα ενημέρωσης όπως αυτά στην Ουγγαρία, στη Ρωσία (…) τρομοκρατημένα, υποταγμένα, ρηχά”.
Ο κ. Λαπίντ, πρώην πρωθυπουργός και πρώην δημοσιογράφος, αναφέρθηκε σε σειρά μέτρων και σχεδίων νόμου της κυβέρνησης που χαρακτήρισε “σχεδιασμένη επίθεση από τα πάνω”.
Ανάμεσα στα μέτρα που προώθησε η κυβέρνηση τους τελευταίους μήνες είναι σχέδιο νόμου το οποίο θα επιτρέπει στον υπουργό Επικοινωνιών να ορίζει τη μέθοδο μέτρησης της τηλεθέασης, καθώς και έτερο νομοσχέδιο, που έχει ήδη εγκριθεί σε πρώτη ανάγνωση, για την ιδιωτικοποίηση της δημόσιας ραδιοφωνίας και τηλεόρασης και της ραδιοφωνίας του στρατού.
Η κυβέρνηση αποφάσισε εξάλλου πρόσφατα να τερματίσει κάθε σχέση του ισραηλινού δημοσίου με την κεντροαριστερή εφημερίδα Haaretz, τονίζοντας πως δεν θα πληρώνει για να δημοσιεύονται σε αυτή ούτε κρατική διαφήμιση, ούτε ενημερωτικό υλικό για τους πολίτες.
Η Χααρέτς, που επικρίνει έντονα την πολιτική της κυβέρνησης του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, είναι από τις παλαιότερες εφημερίδες στη χώρα.
Ο εκδότης της Άμος Σόκεν κάλεσε να επιβληθούν “κυρώσεις” στο Ισραήλ και κατήγγειλε τη συνέχιση του πολέμου εναντίον του παλαιστινιακού ισλαμιστικού κινήματος Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας σε εκδήλωση που οργάνωσε η εφημερίδα στο Λονδίνο την 30ή Οκτωβρίου.
Τον Μάιο, η κυβέρνηση Νετανιάχου, αφού εξασφάλισε την έγκριση του κοινοβουλίου, έκλεισε τα γραφεία στη χώρα του Αλ Τζαζίρα, τηλεοπτικού δικτύου του Κατάρ, κι απαγόρευσε τη μετάδοση του περιεχομένου του στη χώρα. Κατηγόρησε το τηλεοπτικό δίκτυο πως επιδίδεται σε προπαγάνδα υπέρ της Χαμάς, ο στρατιωτικός βραχίονας της οποίας εξαπέλυσε έφοδο άνευ προηγουμένου στο νότιο τμήμα της ισραηλινής επικράτειας την 7η Οκτωβρίου 2023 – το έναυσμα του πολέμου στη Γάζα.
Ο κ. Λαπίντ δεν αναφέρθηκε στους περιορισμούς που επιβάλλονται σε ξένα μέσα ενημέρωσης στο Ισραήλ. Προειδοποίησε όμως πως “αν αυτό το νομοσχέδιο περάσει χωρίς αντίσταση, θα ακολουθήσει κύμα ακόμα πιο επικίνδυνων νόμων”.
Τα μέλη της κυβέρνησης “περιμένουν να δουν πώς θα αντιδράσουμε. Θα σταματήσουν μόνο αν βρεθούν αντιμέτωποι με σκληρή αντίσταση”, επέμεινε, δηλώνοντας πεισμένος ότι “αν δεν τους σταματήσουμε τώρα, μαζί, δεν θα σταματήσει όλο αυτό”.
Ο Οντέντ Μπεν-Αμί, παρουσιαστής του Καναλιού 12, παρομοίασε από την πλευρά του τα ΜΜΕ με “το στηθοσκόπιο” κάθε “δημοκρατικού κράτους”, προειδοποιώντας “αν πάθουν κακό, αν το κράτος είναι τόσο άρρωστο (…) δεν θα μπορέσει να επιβιώσει”.
Ο υπουργός Επικοινωνιών Σλόμο Καχρί, παρών στην εκδήλωση, διέψευσε πως η κυβέρνησή του αποπειράται να περιορίσει την ελευθερία του Τύπου. Κατ’ αυτόν, στόχος είναι η πολυφωνία και το άνοιγμα της αγοράς των ΜΜΕ σε περισσότερο ανταγωνισμό.