Τρία χρόνια έχουν περάσει από τις φρικτές θηριωδίες που διαπράχθηκαν σε Μπούτσα και Ιρπίν, περιοχές που συνεχίζουν να θυμίζουν τον πόλεμο και την απώλεια. Αυτά τα δύο προάστια, που βρίσκονται στα βορειοδυτικά του Κιέβου, έπεσαν υπό ρωσική κατοχή για σχεδόν δύο μήνες. Ο ρωσικός στρατός χρησιμοποίησε τις περιοχές αυτές ως βάσεις ανεφοδιασμού, προκαλώντας τρόμο και θάνατο στους πολίτες.
Ιδιαίτερα στην Μπούτσα, οι εικόνες της φρίκης αποκαλύφθηκαν μετά την αποχώρηση των ρωσικών δυνάμεων στις 1 Απριλίου 2022. Για εβδομάδες, οι ουκρανικές και ευρωπαϊκές αρχές ταυτοποιούσαν τους νεκρούς, με εκατοντάδες άμαχους να βρίσκονται στους δρόμους, στα σπίτια τους και σε ομαδικούς τάφους που είχαν ανοιχθεί από τους Ρώσους κατά την αποχώρησή τους.
Λίγο πριν συμπληρωθούν τρία χρόνια πολέμου, το Protothema επισκέφθηκε τις περιοχές αυτές. Η εκκλησία του Αγίου Ανδρέα, που άντεξε τους σφοδρούς βομβαρδισμούς, προκαλεί ένα βαθύ αίσθημα θλίψης. Ο προαύλιος χώρος της, καλυμμένος με χιόνι, αποπνέει μια ατμόσφαιρα πόνου και απώλειας.
Αξιοσημείωτο είναι ότι, πέρα από τις σορούς που ανασύρθηκαν από ομαδικούς τάφους, πάνω από 150 άνθρωποι από την περιοχή παραμένουν αγνοούμενοι. Οι ουκρανικές αρχές υποστηρίζουν ότι αυτοί οι πολίτες απήχθησαν από τους Ρώσους και χρησιμοποιήθηκαν ως «ασπίδα» κατά την υποχώρησή τους, με την τύχη τους να παραμένει άγνωστη.
Μετά την αποχώρηση των ρωσικών δυνάμεων, οι Ουκρανικές δυνάμεις προχώρησαν σε αντεπίθεση, τερματίζοντας την πολιορκία του Κιέβου μέχρι τα τέλη Απριλίου 2022. Ωστόσο, οι μάχες συνεχίζονται στα ανατολικά της χώρας και η κατάσταση παραμένει τεταμένη.