Η πτώση του Άσαντ έχει προκαλέσει μία δύσκολα διαχειρίσιμη ρευστότητα στα πολιτικά και στρατιωτικά ζητήματα στη Συρία. Οι δύο κυριότερες σταθερές είναι ότι η HTS ελέγχει τη χώρα μέχρι την ανασυγκρότηση των άλλων στρατιωτικών δυνάμεων και ότι η Τουρκία έχει αναδειχθεί ως ο μεγαλύτερος ξένος παράγοντας στη Συρία.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με την ταχύτητα που ενεργεί η Άγκυρα, φαίνεται ότι είχε προετοιμαστεί για τις εξελίξεις, επιλέγοντας να επενδύσει σε πολλούς παίκτες στην περιοχή. Η Τουρκία υποστηρίζει εδώ και χρόνια το Εθνικό Στρατό της Συρίας και οι πρόσφατες κινήσεις του επικεφαλής των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών στην καρδιά της Δαμασκού δείχνουν στενές σχέσεις με την HTS.
Η Τουρκία έχει τον πρώτο λόγο στις διαπραγματεύσεις με τις δυνάμεις που ελέγχουν τη Συρία. Επίσης, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει εγκαταστήσει εκπρόσωπό της στη Δαμασκό, αν και δεν πρόκειται για πρέσβη, καθώς ο Ερντογάν αποφεύγει να αναγνωρίσει την HTS μέχρι να το πράξουν πρώτα οι δυτικές χώρες.
Η Άγκυρα έχει επενδύσει σημαντικούς διπλωματικούς πόρους για να εξασφαλίσει την επιρροή της στην περιοχή. Από το 2004, η Τουρκία είχε αναπτύξει σχέσεις με τον Άσαντ, οι οποίες ωστόσο κατέρρευσαν μετά τη χρήση χημικών όπλων από τον Σύριο Πρόεδρο εναντίον του λαού του, οδηγώντας σε σημαντικές στρατηγικές αλλαγές.
Οι παρατηρούμενες κινήσεις της Τουρκίας δείχνουν αποφασιστικότητα και στρατηγική σκέψη. Ανεξάρτητα από την έκβαση της κατάστασης, είναι σαφές ότι η Τουρκία δεν θα υποχωρήσει, ενώ το αίτημα των Κούρδων για κρατική οντότητα φαίνεται δύσκολο να εκπληρωθεί, ακόμα και αν οι Ηνωμένες Πολιτείες εμπλακούν περισσότερο από ότι αναμένονταν.
Με τη Ρωσία να έχει αποδεχθεί μια πιο περιορισμένη θέση και το Ισραήλ να φαίνεται ως ο μόνος ικανός αντίπαλος στις τουρκικές επιδιώξεις, η κατάσταση στη Συρία παραμένει κρίσιμη.