Νέο κεφάλαιο ανοίγει για την αποτρεπτική ισχύ της Ελλάδας και την εγχώρια επιχειρηματικότητα, μετά την πρόσφατη συνεδρίαση του ΚΥΣΕΑ, η οποία ενέκρινε την αγορά της τέταρτης φρεγάτας FDI (Belharra) από το Πολεμικό Ναυτικό. Επιπλέον, τίθεται σε εφαρμογή ο Μακροπρόθεσμος Προγραμματισμός Αμυντικών Εξοπλισμών για την περίοδο 2025-2036, με συνολική χρηματοδότηση τουλάχιστον 25 δισ. ευρώ τα επόμενα δώδεκα χρόνια.
Σε μια εποχή γεωπολιτικών ανακατατάξεων και προκλήσεων για την Ευρώπη και την Ελλάδα, η ενίσχυση της αμυντικής θωράκισης αποκτά μεγαλύτερη σημασία. Αυτή η διαδικασία αναμορφώνει όχι μόνο το αμυντικό δόγμα της χώρας, αλλά και τις ταχύτητες ανάπτυξης των αμυντικών συστημάτων από την ελληνική βιομηχανία.
Ο υπουργός Άμυνας, Νίκος Δένδιας, και ο Γάλλος ομόλογός του, Σεμπαστιάν Λεκορνί, υπέγραψαν επίσης σύμβαση για την προμήθεια 16 πυραύλων Exocet, ενισχύοντας περαιτέρω τη στρατηγική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών.
Η ανάπτυξη ελληνικών οπλικών συστημάτων συνδέεται με το ευρωπαϊκό πρόγραμμα επανεξοπλισμού της Ε.Ε., γνωστό ως «Re-Arm Europe», το οποίο προγραμματίζει 800 δισ. ευρώ για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Σημαντική είναι η απόφαση να αποκλειστεί η συμμετοχή τρίτων χωρών, όπως οι ΗΠΑ, το Ισραήλ και η Τουρκία, με τον υπουργό Δένδια να αναδεικνύει τη μη συμμετοχή της Τουρκίας ως καθοριστική.
Στον αντίποδα, η δυναμική συνεργασία ελληνικών εταιρειών με διεθνείς κολοσσούς του κλάδου προσφέρει επιπλέον ευκαιρίες για επενδύσεις στην ελληνική αγορά. Η ανάγκη για εκσυγχρονισμό των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, μετά από μια 15ετή περίοδο απουσίας παραγωγής αμυντικού εξοπλισμού, καθιστά επιτακτική την ανάγκη για νέες προμήθειες.
Οι συνθήκες αυτές, σε συνδυασμό με την «υπαρκτή απειλή» που αναφέρεται από τον υπουργό Άμυνας, οδηγούν στο σχεδιασμό ενός Μακροπρόθεσμου Προγραμματισμού Αμυντικών Εξοπλισμών (ΜΠΑΕ), ο οποίος καταγράφει τις τρέχουσες ανάγκες και τις αλλαγές στους τομείς άμυνας και πολέμου στην ψηφιακή εποχή.
Το 12ετές εξοπλιστικό πλάνο της κυβέρνησης στοχεύει στην εκταμίευση πάνω από 25 δισ. ευρώ, με σκοπό την αναμόρφωση της στρατηγικής αντιμετώπισης απειλών σε όλα τα επίπεδα – ξηρά, θάλασσα και αέρα, με τη χρήση σύγχρονων οπλικών συστημάτων.