Η έκθεση σε αιωρούμενα μικροσωματίδια (PM2.5) από τον καπνό των δασικών πυρκαγιών μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία έως και τρεις μήνες αργότερα, ακόμη και μετά τη λήξη των πυρκαγιών. Αυτό αναδεικνύεται από έρευνα επιστημόνων των Ιατρικών Σχολών Icahn του Mount Sinai και της Σχολής Δημόσιας Υγείας T.H. Chan του Χάρβαρντ που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Epidemiology”.
Η μεσοπρόθεσμη έκθεση σε PM2.5 από τον καπνό των δασικών πυρκαγιών συσχετίζεται με αυξημένους κινδύνους για διάφορες καρδιοαναπνευστικές παθήσεις, όπως ισχαιμική καρδιακή νόσο, αγγειακή εγκεφαλική νόσο, αρρυθμία, υπέρταση, πνευμονία, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια.
Σε σύγκριση με τα PM2.5 που δεν προέρχονται από καπνό, τα PM2.5 από καπνό θεωρούνται πιο επικίνδυνα λόγω της πλούσιας περιεκτικότητάς τους σε ανθρακούχες ενώσεις που μπορούν να προκαλέσουν οξειδωτικό στρες και φλεγμονή, αποτελώντας μεγαλύτερη απειλή για τη δημόσια υγεία.
Καταγράφηκαν πάνω από 13,7 εκατομμύρια νοσηλείες για καρδιαγγειακές παθήσεις και σχεδόν οκτώ εκατομμύρια για αναπνευστικές παθήσεις σε 15 πολιτείες των ΗΠΑ. Οι εν λόγω νοσηλείες συνδέθηκαν με εκθέσεις σε PM2.5 από καπνό μεταξύ 2006 και 2016, με την υπέρταση να εμφανίζει τη μεγαλύτερη αύξηση στον κίνδυνο νοσηλείας.
Επιπτώσεις παρατηρήθηκαν και σε γειτονιές με περισσότερη βλάστηση και μειονεκτούσες συνθήκες, καθώς και μεταξύ ατόμων που έχουν καπνίσει σε οποιαδήποτε φάση της ζωής τους.