Η τρέχουσα κρίση στη Μέση Ανατολή, με τις πολυάριθμες προκλήσεις που ανακύπτουν, δεν είναι κάτι νέο για τις ΗΠΑ. Η αμερικανική κυβέρνηση έχει βρεθεί σε παρόμοιες καταστάσεις στο παρελθόν, όπως στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, όπου η απόφαση για εμπλοκή ήταν αναπόφευκτη.
Ο Ντόναλντ Τραμπ αντιμετωπίζει τώρα μια απόφαση που έχει παρθεί και από προηγούμενους προεδρικούς ηγέτες, αν και ο ίδιος έχει δηλώσει ότι δεν θα επιτρέψει να εμπλακεί η χώρα σε άσκοπους πολέμους. Παρά τις υποσχέσεις του, οι συνθήκες τον οδηγούν προς μια επιλογή που φαίνεται να κλίνει προς την εμπλοκή, με τον Τραμπ να αναζητά τη δική του θέση στην ιστορία, ακολουθώντας τα βήματα του στρατηγού Πάτον.
Ωστόσο, οι προκλήσεις είναι πολλές και η λαϊκή βούληση για μια νέα στρατιωτική επιχείρηση δεν είναι σαφής. Ο Τραμπ θα πρέπει να σταθμίσει τη δυνατότητα δημοσκοπικών υποστηρίξεων με τις θεσμικές απαιτήσεις του Κογκρέσου, το οποίο προσπαθεί να περιορίσει την εκτελεστική εξουσία του.
Μια εμπλοκή των ΗΠΑ στο Ιράν δεν έχει μόνο αρνητικές συνέπειες αλλά προσφέρει και ευκαιρίες. Αν οι ΗΠΑ καταφέρουν να φέρουν το Ιράν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, θα μπορούσε να επιτευχθεί μια σημαντική αλλαγή στην περιοχή. Ωστόσο, αυτό θα απαιτήσει και από το Ισραήλ να προσαρμόσει τη στρατηγική του, αποδεχόμενο πιέσεις για κατάπαυση του πυρός.
Η αμερικανική εμπλοκή, ακόμη και χωρίς χερσαία δράση, θα μπορούσε να φέρει το Ιράν σε δύσκολη θέση, καθώς η ρητορική του Τεχεράνη εστιάζει στην αποτροπή μιας τέτοιας κατάστασης. Οι πρόσφατες εντάσεις δείχνουν ότι η πολιτική αποφυγής εμπλοκής μπορεί να καταρρεύσει.
Το Ισραήλ φαίνεται να έχει επωφεληθεί από τις εξελίξεις, καθώς οι σχέσεις του με τις ΗΠΑ είναι κρίσιμες για την εξωτερική του πολιτική. Ο Νετανιάχου γνωρίζει ότι η αμερικανική υποστήριξη είναι απαραίτητη και οι απαιτήσεις που θα προκύψουν μετά την αμερικανική συμμετοχή μπορεί να αλλάξουν τη διπλωματία της χώρας για πολλά χρόνια.