Μία ημέρα μετά την ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ για την επέτειο 7 χρόνων από το διάγγελμα της Ιθάκης, ο πρώην πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας παραχώρησε συνέντευξη στην γαλλική Le Monde, όπου ουσιαστικά προαναγγέλλει την επιστροφή του στην πολιτική σκηνή.
Στην συνέντευξή του, ο Τσίπρας επαναλαμβάνει την σφοδρή κριτική του κατά της τρέχουσας κυβέρνησης και υπερασπίζεται την πολιτική του κατά την περίοδο των μνημονίων, χρησιμοποιώντας τη φράση «χάρη σε αυτό που οι πολιτικοί μου αντίπαλοι αποκαλούν «κωλότουμπα», η Ελλάδα είναι σήμερα μια κανονική χώρα που δεν βρίσκεται πλέον υπό διεθνή εποπτεία». Στο τέλος της συνέντευξης, εκφράζει την επιθυμία του να επιστρέψει στην ενεργό πολιτική, δηλώνοντας: «Ποτέ δεν διψούσα για εξουσία. Αλλά μου λείπει η ενεργός πολιτική και η επαφή με τους ψηφοφόρους».
Σύμφωνα με τα κύρια σημεία της συνέντευξης, ο Τσίπρας αναλύει την κατάσταση της Ελλάδας και τονίζει ότι η χώρα οδηγήθηκε στην κρίση λόγω τριών βασικών παραγόντων: του δυσλειτουργικού παραγωγικού μοντέλου, της διαφθοράς και του πελατειακού κράτους. Παρομοιάζει την έξοδο από τα διεθνή οικονομικά προγράμματα το 2018 με την επιστροφή του Οδυσσέα στην Ιθάκη, υπογραμμίζοντας ότι η συντηρητική κυβέρνηση δεν έχει αξιοποιήσει τις ευκαιρίες που προσφέρουν οι νέες συνθήκες.
Αναφέρει επίσης ότι η Ελλάδα έχει επιστρέψει σε μια κατάσταση γενικευμένης διαφθοράς, με παραδείγματα όπως το σκάνδαλο των γεωργικών επιδοτήσεων. Ο Τσίπρας δηλώνει ότι ήρθε η ώρα να αποκαλύψει την αλήθεια σχετικά με την κρίση του 2015, προσθέτοντας ότι γράφει ένα βιβλίο για αυτή την περίοδο.
Σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες, η οικονομική ανάπτυξη ευνοεί μόνο μια μειοψηφία, καθώς το 45% του πληθυσμού αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες. Ο Τσίπρας τονίζει ότι η τρέχουσα πολιτική δεν θα επιτρέψει στην Ελλάδα να συνεχίσει την αποπληρωμή του χρέους της.
Επιπλέον, αναφέρει ότι η κυβέρνησή του είχε επιβαρύνει τους πλουσιότερους με το βάρος της λιτότητας, ενώ υπό την κυβέρνηση Μητσοτάκη οι ανισότητες έχουν αυξηθεί. Καταλήγει λέγοντας ότι η νεοφιλελεύθερη πολιτική της τρέχουσας κυβέρνησης προστατεύει τις ελίτ σε βάρος των πιο αδύναμων στρωμάτων της κοινωνίας.