Την Παρασκευή, δυνάμεις τζιχαντιστών και σύμμαχοί τους εισήλθαν στο Χαλέπι, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Συρίας, μετά από μια αιφνιδιαστική επίθεση που διήρκεσε δύο ημέρες. Η επίθεση αυτή σηματοδοτεί το τέλος της σχετικής ηρεμίας που επικρατούσε τα τελευταία χρόνια στη βόρεια Συρία.
Σύμφωνα με το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι μάχες αυτές έχουν προκαλέσει τον θάνατο τουλάχιστον 277 ατόμων, καθιστώντας τις τις πιο βίαιες από το 2020 στην περιοχή.
Η επαρχία του Χαλεπίου, που ελέγχεται σε μεγάλο βαθμό από τις κυβερνητικές δυνάμεις, γειτονεύει με το τελευταίο μεγάλο προπύργιο των ανταρτών και τζιχαντιστών στην Ιντλίμπ. Αυτόπτες μάρτυρες δήλωσαν ότι παρατήρησαν ένοπλους άνδρες στο Χαλέπι και περιέγραψαν σκηνές πανικού στην πόλη.
Οι τζιχαντιστές κατέλαβαν δυτικές και νοτιοδυτικές γειτονιές, ελέγχοντας πέντε συνοικίες, ενώ οι κυβερνητικές δυνάμεις δεν προέβαλαν μεγάλη αντίσταση, σύμφωνα με τον διευθυντή του Παρατηρητηρίου.
Ανταποκριτής του AFP, ο οποίος ακολούθησε τους αντάρτες στην περιοχή του Νέου Χαλεπίου, ανέφερε ότι σημειώθηκαν συγκρούσεις μεταξύ των επιτιθέμενων και των συριακών δυνάμεων, που υποστηρίζονται από ομάδες με τις οποίες συνεργάζονται.
Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο, η τζιχαντιστική οργάνωση Χάγιατ Ταχρίρ αλ-Σαμ (HTS) και οι σύμμαχοί της έφτασαν στις πύλες της πόλης έπειτα από δύο επιθέσεις αυτοκτονίας με παγιδευμένα αυτοκίνητα.
Ο συριακός στρατός, ο οποίος έχει αναπτύξει ενισχύσεις στο Χαλέπι, δήλωσε ότι απέκρουσε «την μεγάλη επίθεση των τρομοκρατικών ομάδων» και ανέκτησε αρκετές θέσεις.