Η υπογραφή του υπουργού Εσωτερικών, Θεόδωρου Λιβανίου, στη διαπιστωτική πράξη για την εκ νέου απόδοση ιθαγένειας στα μέλη της τέως βασιλικής οικογένειας σηματοδοτεί την τυπική ολοκλήρωση μιας ιστορικής εκκρεμότητας που διαρκεί τριάντα χρόνια.
Από το 1994, όταν ψηφίστηκε ο νόμος Βενιζέλου, τα μέλη της τέως βασιλικής οικογένειας ήταν χωρίς ιθαγένεια και στην πραγματικότητα «ανιθαγενείς». Είχαν δανέζικα διπλωματικά διαβατήρια, αλλά δεν ήταν πολίτες καμίας χώρας. Πλέον, αναγνωρίζονται ως «Ντε Γκρες», όπως είχε συμβεί και το 2004 με την αίτηση του θείου τους, Μισέλ Ντε Γκρες.
Η απόφαση του Λιβανίου αναμένεται να δημοσιευθεί σε ΦΕΚ την επόμενη εβδομάδα, επιτρέποντας στα πέντε παιδιά του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου και στα πέντε παιδιά του Παύλου να εγγραφούν στους καταλόγους του Ληξιαρχείου και να προχωρήσουν στη διαδικασία έκδοσης ταυτότητας και διαβατηρίου.
Οι μέρες πριν τα Χριστούγεννα βρίσκουν τα παιδιά του τέως βασιλιά στην Αθήνα, στο πλευρό της μητέρας τους Άννας Μαρίας. Σύντομα θα είναι Έλληνες πολίτες, και τα παιδιά του Παύλου θα κληθούν να αναλάβουν τις στρατιωτικές υποχρεώσεις που σχετίζονται με την ιθαγένεια. Οι επιλογές τους θα εξαρτηθούν από την επιθυμία τους, καθώς είναι κάτοικοι εξωτερικού, αλλά μπορούν να υπηρετήσουν πλήρη θητεία αν το επιθυμούν.
Το κρίσιμο ερώτημα που απασχολεί τους κύκλους της Αθήνας είναι οι προθέσεις της τέως βασιλικής οικογένειας, πέρα από την εκπλήρωση της επιθυμίας τους για ιθαγένεια. Πηγές υποστηρίζουν ότι δεν σκοπεύουν να εμπλακούν ενεργά στην πολιτική, αλλά επιθυμούν μια πιο κανονική παρουσία στην Ελλάδα με έναν κοινωνικό ρόλο, χωρίς να μεταφράσουν την υπηκοότητα σε κάτι περισσότερο.
Η τέως βασιλική οικογένεια φαίνεται να αποφεύγει την ενεργό πολιτική, παρά τις φήμες που κυκλοφόρησαν στο παρελθόν για τη δημιουργία ενός «βασιλικού, πατριωτικού κόμματος». Η πολιτική εμπλοκή προϋποθέτει περιορισμούς, ειδικά για τον Παύλο, ο οποίος έχει χτίσει μια καριέρα στο εξωτερικό.
Εντούτοις, οι εμφανίσεις των Ντε Γκρες στην Ελλάδα αναμένεται να αυξηθούν, ενώ η οικογένεια ενδέχεται να εκφράσει τον κοινωνικό της ρόλο μέσω ιδρυμάτων, όπως το ίδρυμα «Αννα Μαρία» που υπάρχει από το 2004.