Ο επαναπροσδιορισμός της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, που σηματοδοτήθηκε από την επίσκεψη του Τραμπ στις αραβικές χώρες του Κόλπου και τις πρωτοβουλίες για ειρηνική λύση στην Ουκρανία, φέρνει νέα δεδομένα στις περιφερειακές ισορροπίες και στα Ελληνοτουρκικά.
Η Τουρκία, εκμεταλλευόμενη αυτές τις εξελίξεις, επιδιώκει να αναδείξει τον ρόλο της ως «ειρηνοποιού» και σημαντικού συμμάχου της Δύσης. Μετά από μια περίοδο ψυχρότητας στις σχέσεις με τις ΗΠΑ, ο Ερντογάν και η τουρκική κυβέρνηση κάνουν βήματα προς την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης με την αμερικανική πλευρά, ενώ οι Ευρωπαίοι προσπαθούν να εντάξουν την Τουρκία στους αμυντικούς σχεδιασμούς της Ε.Ε.
Η Τουρκία φαίνεται να «πουλάει» τη γεωστρατηγική της θέση, διατηρώντας σχέσεις με τον Πούτιν και προωθώντας μια ενεργή διπλωματία που συχνά συνδυάζεται με στρατιωτική παρέμβαση, όπως έχει αποδειχθεί σε περιοχές όπως η Συρία και η Λιβύη. Η αμυντική βιομηχανία της χώρας, με τις εξαγωγές drones σε περιοχές κρίσεων, αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο για την επέκταση της επιρροής της.
Η αυτονομία της Τουρκίας στην εξωτερική πολιτική, αν και αρχικά αντιμετωπίστηκε με καχυποψία από τις ΗΠΑ και την Ε.Ε., φαίνεται να είναι συμβατή με τη νέα εποχή Τραμπ, της οποίας τα χαρακτηριστικά αρχίζουν να διαφαίνονται. Το δόγμα «America First» καθορίζει την προσέγγιση του Τραμπ, θέτοντας σε προτεραιότητα τις εμπορικές συμφωνίες και τις επενδύσεις.
Η επίσκεψη του Τραμπ στο Κατάρ, όπου ο εμίρης του προσέφερε ένα Boeing 747-8 αξίας 400 εκατομμυρίων δολαρίων, και οι υποσχέσεις 4,5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε επενδύσεις από τις αραβικές χώρες, καταδεικνύουν τη συναλλακτική διάσταση της αμερικανικής πολιτικής. Ο Τραμπ δήλωσε ότι δεν επιθυμεί την έναρξη πολέμων, αλλά την ολοκλήρωσή τους, προωθώντας έναν ιδιότυπο απομονωτισμό και επισημαίνοντας ότι οι αλλαγές στη Μέση Ανατολή δεν προήλθαν από Δυτικούς παρεμβατιστές.