«Της είχε κάνει δώρο ένα smartwatch και εκεί της είχε βάλει GPS και την παρακολουθούσε», δήλωσε σήμερα η μητέρα της Κυριακής Γρίβα, αναφερόμενη στον 39χρονο κατηγορούμενο για τη δολοφονία της κόρης της.
«Το ανακαλύψαμε μετά τη δολοφονία, ψάχνοντας τα πράγματά της είδαμε πως το smartwatch είναι συνδεδεμένο με το κινητό του δράστη και με το κινητό της, το οποίο όμως δεν έχουμε», πρόσθεσε.
Η κυρία Δέσποινα Καλλέα χαρακτήρισε την κόρη της ως ένα άτομο που πίστευε ότι όλοι οι άνθρωποι είναι καλοί, και ανέφερε πως ο κατηγορούμενος είχε τον έλεγχο της ζωής της κόρης της «για να την χειρίζεται και οικονομικά και σεξουαλικά».
«Της είχε πάρει την κάρτα της», σημείωσε η μάρτυρας, υπογραμμίζοντας ότι ο 39χρονος δεν είχε ψυχικά προβλήματα. «Αυτός ο άνθρωπος ήταν μαθημένος να ζει με επιδόματα, έψαχνε διάφορους τρόπους για να μη χρειαστεί να δουλέψει», κατέθεσε σχετικά.
Στη συνέχεια, η μητέρα αναφέρθηκε σε ένα περιστατικό βιασμού της Κυριακής από τον κατηγορούμενο, την ώρα που η 28χρονη ήταν έγκυος δύο μηνών. «Ήρθε στο σπίτι κλαμένη και πρησμένη στο πρόσωπό της και μου είπε «μαμά το μόνο που θέλω είναι να κοιμηθώ», περιέγραψε, προσθέτοντας ότι η κόρη της της αποκάλυψε τον βιασμό της.
Παρά την καταγγελία στην αστυνομία, η Κυριακή είχε δηλώσει ότι δεν επιθυμούσε τη δίωξη του δράστη, λέγοντας πως τον αγαπά. «Το μόνο που ήθελε ήταν ο κατηγορούμενος να παίρνει την αγωγή του για να κόψει το ποτό», ανέφερε.
Η μητέρα περιέγραψε μια συνομιλία μεταξύ του κατηγορούμενου και της μητέρας του, όπου τον προέτρεπαν να ανακαλέσει την καταγγελία. «Φοβήθηκε το παιδί μου. Της είπα “δώσε μου το τηλέφωνο να μιλήσω”. “Όχι” μου είπε», σημείωσε.
Η μάρτυρας, απευθυνόμενη στον κατηγορούμενο, δήλωσε: «Όλος ο κόσμος αγαπάει το Νινί μου. Να το ξέρεις. Όλοι της έχουν ανάψει ένα κερί. Εσένα ο δρόμος σου θα είναι πολύ σκοτεινός».
Η κυρία Καλλέα πρόσθεσε ότι η Κυριακή ήθελε πολύ το παιδί της, αλλά το έχασε λόγω ξυλοδαρμού από τον κατηγορούμενο. «Αυτός ο άνθρωπος και αυτό μου το στέρησε, να γίνω γιαγιά», είπε με συγκίνηση.
Νωρίτερα, η εισαγγελέας ρώτησε τη μητέρα για τις κακοποιητικές συμπεριφορές του κατηγορούμενου, που συνέβαιναν τουλάχιστον μία φορά το μήνα.