Στη δικογραφία της υπόθεσης της κρητικής μαφίας αναδεικνύεται ο κρίσιμος ρόλος ενός αστυνομικού, ο οποίος κατηγορείται ότι παρείχε πληροφορίες στα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης σχετικά με τις κινήσεις της αστυνομίας.
Αρχές Αυγούστου, καθώς οι συλλήψεις περιφερειακών μελών και διακινητών ναρκωτικών είχαν ήδη ξεκινήσει, τα στελέχη της σπείρας ανησύχησαν και ζήτησαν τη βοήθεια του αστυνομικού για να ενημερωθούν για τις ενέργειες της αστυνομίας. Σε αυτή την περίπτωση, τα μέλη της συμμορίας πήραν προφυλάξεις και ο συνομιλητής του αστυνομικού χρησιμοποίησε τη φράση «Να κατέεις ότι η γκόμενα γαστρώνεται…», που υποδήλωνε κίνδυνο. Ο αστυνομικός-συνεργός τους αναφερόταν συνθηματικά ως «Γκόμενα» ή «Κοπέλα».
Η συνάντηση μεταξύ του μέλους της σπείρας και του αστυνομικού πραγματοποιήθηκε χωρίς οι δύο άνδρες να αντιληφθούν ότι παρακολουθούνταν. Μετά τη συνάντηση, όπως αναφέρεται στη δικογραφία, τα μέλη της συμμορίας άλλαξαν σημαντικά την καθημερινότητά τους, περιορίζοντας τις τηλεφωνικές επικοινωνίες και προτιμώντας φυσικές συναντήσεις, προφανώς λόγω φόβου ότι μπορεί να είναι υπό παρακολούθηση.
Μετά την επικοινωνία τους, το μέλος της συμμορίας επικοινώνησε με άλλο συνεργό του και ανέφερε: «Επείγων…κάτι θέλω να σου πω, δυό πράματα θέλω να σου πω, το ένα είναι εντάξει, νορμάλ, τ’ άλλο δεν είναι…». Στη συνέχεια, η συνομιλία τους, η οποία καταγράφηκε, περιλάμβανε τις εξής αναφορές:
• Σ.Μ: Έπαε είμαι με παρέα και κάθομαι και τρώγω και πίνω
• Ε.Μ.: αα
• Σ.Μ.: Μονό… αύριο που θα σμίξουμε θα σου πω
• Ε.Μ.: Ντάξει
• Σ.Μ.: Αλλά να κατέεις ότι η γκόμενα γαστρώνεται και είπενε και ποιοι τη γαστρώσανε
• Ε.Μ.: Μμ, ντάξει τα λέμε το πρωί από κοντά, γειά
• Σ.Μ.: 11:30 η ώρα θα σε πάρω τηλέφωνο