Μια πρωτοφανής υπόθεση έχει προκαλέσει αναστάτωση στις Αρχές της Κύπρου, καθώς εξετάζεται η διακίνηση βίντεο που απεικονίζουν σεξουαλική συνεύρεση δύο ανήλικων αδελφών. Ο 14χρονος «πρωταγωνιστής» φέρεται να καλούσε τους συμμαθητές του να συμμετάσχουν στη συνεύρεση με την αδελφή του.
Οι αστυνομικές έρευνες οδήγησαν στο σπίτι του παππού των ανηλίκων, όπου οι γονείς τους άφηναν τα παιδιά τους όταν εργάζονταν. Ο παππούς και ο ανήλικος προσέφυγαν στο Ανώτατο Δικαστήριο ζητώντας την ακύρωση του εντάλματος έρευνας, το οποίο θα εξεταστεί στο πλαίσιο του αιτήματος τους για διαταγή Certiorari. Το Δικαστήριο έχει ήδη δώσει άδεια για την υποβολή του αιτήματος, εξετάζοντας δύο σημαντικά ζητήματα.
Η υπόθεση εντοπίστηκε όταν, στις 20 Ιουνίου, ένα Γυμνάσιο στην επαρχία Λάρνακας ενημέρωσε την Αστυνομία για έναν μαθητή που είχε βίντεο στο κινητό του, στο οποίο εμφανίζεται ο 14χρονος να κάνει σεξ με μία από τις δίδυμες αδελφές του. Ο μαθητής δήλωσε ότι είχε λάβει τα βίντεο και υπάρχουν και σχετικές διαδικτυακές συνομιλίες. Στη συνέχεια, τρεις συμμαθητές κατέθεσαν ότι είδαν τα βίντεο σε ομαδική συνομιλία στο Instagram.
Από τον έλεγχο του κινητού του μαθητή βρέθηκαν εννέα βίντεο, με τη λήψη τους να έχει γίνει από δεύτερη συσκευή που κατέγραφε την οθόνη. Στα εν λόγω βίντεο, το πρόσωπο του αγοριού δεν είναι ορατό, ενώ το κορίτσι αναγνωρίζεται σε συγκεκριμένες σεξουαλικές πράξεις. Στο χώρο της συνεύρεσης διακρίνονται οικιακά έπιπλα και ρούχα που ταιριάζουν με τα πρόσωπα που απεικονίζονται στα βίντεο.
Στην ίδια ημέρα, οι γονείς του 14χρονου και οι δίδυμες κόρες τους κλήθηκαν στο «Σπίτι του Παιδιού», όπου ο ανήλικος παρέδωσε ένα κινητό τηλέφωνο στην Αστυνομία. Σε ιατροδικαστική εξέταση μιας από τις ανήλικες καταγράφηκε παλαιά ρήξη του παρθενικού υμένα, ωστόσο η ανήλικη δήλωσε ότι η σεξουαλική πράξη ήταν συναινετική. Οι ανακριτές συνέλεξαν καταθέσεις από συμμαθητές και πραγματοποίησαν ψηφιακούς ελέγχους στα βίντεο.
Στις 8 Ιουλίου, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας ενέκρινε ένταλμα έρευνας για το σπίτι του παππού, όπου η Αστυνομία αναζητούσε ηλεκτρονικές συσκευές και ρούχα που φορούσαν οι ανήλικοι στα βίντεο. Ο παππούς και ο ανήλικος προσέφυγαν στο Ανώτατο Δικαστήριο για να αμφισβητήσουν το ένταλμα, το οποίο εξετάστηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε επαρκής μαρτυρία που να συνδέει τις ηλεκτρονικές συσκευές με τα αδικήματα, και έτσι η έρευνα για αυτές τις συσκευές κρίθηκε αμφισβητήσιμη. Αντίθετα, η ύπαρξη ρούχων και υποδημάτων που ανήκαν στα παιδιά συνδέθηκε με τον χώρο, καθιστώντας το ένταλμα έρευνας βάσιμο. Οι ισχυρισμοί του παππού και του εγγονού σχετικά με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε, δεν κρίθηκαν επαρκώς τεκμηριωμένοι.