Η εικόνα από την πλατεία Τιενανμέν ήταν ιδιαίτερα συμβολική. Ο Σι Τζινπίνγκ εμφανίστηκε πλαισιωμένος από τους Βλαντίμιρ Πούτιν και Κιμ Γιονγκ Ουν, ενώ πίσω τους ακολουθούσαν ηγέτες από χώρες όπως το Ιράν, το Πακιστάν, η Λευκορωσία και η Μιανμάρ. Γιγαντοοθόνες μετέδιδαν την εκδήλωση σε χιλιάδες συγκεντρωμένους, με τα κρατικά μέσα ενημέρωσης να προβάλλουν εικόνες από την παρέλαση σε παγκόσμιο επίπεδο.
Όπως αναφέρει το BBC σε ανάλυσή του, το μήνυμα που στέλνει η μεγαλειώδης στρατιωτική παρέλαση της Κίνας, που πραγματοποιήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου για την 80ή επέτειο από την ήττα της Ιαπωνίας στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, είναι σαφές: το Πεκίνο προκαλεί τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους. Ο Ντόναλντ Τραμπ, παρακολουθώντας την παρέλαση, έγραψε στο Διαδίκτυο, απευθυνόμενος στον Κινέζο ομόλογό του: «Παρακαλώ, δώσε τους θερμότερους χαιρετισμούς μου στον Βλαντίμιρ Πούτιν και τον Κιμ Γιονγκ Ουν, καθώς συνωμοτείτε εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής».
Η παρέλαση περιλάμβανε χιλιάδες στρατιώτες σε άψογο βηματισμό, πυραύλους με πυρηνικές δυνατότητες, υποβρύχια drones και πολεμικά αεροσκάφη. Αποτελεί την πιο ισχυρή επίδειξη του Σι ότι η Κίνα είναι σε θέση να λειτουργήσει ως εναλλακτικός παγκόσμιος ηγέτης, προβάλλοντας παράλληλα στρατιωτική και γεωπολιτική ισχύ.
Αν και το Πεκίνο προβάλλει την «ειρηνική του άνοδο» εδώ και χρόνια, η παρέλαση υπογράμμισε την πρόοδο της Κίνας στον στρατιωτικό τομέα και την ικανότητά της να ασκεί σκληρή ισχύ. Μάλιστα, καταγράφηκε συνομιλία του Σι με τον Πούτιν σχετικά με ιατρικές εξελίξεις που θα μπορούσαν να επιτρέψουν στους ανθρώπους να ζουν μέχρι τα 150 τους χρόνια, γεγονός που ερμηνεύτηκε ως ένδειξη σιγουριάς για τη μακροχρόνια παραμονή τους στην εξουσία. Ο Κιμ Γιονγκ Ουν, από την άλλη, έφερε μαζί του την κόρη του, που θεωρείται πιθανή διάδοχος.
Στην ομιλία του, ο Σι απηύθυνε έκκληση για «ειρήνη ή πόλεμο», τονίζοντας ότι «μόνο όταν όλες οι χώρες και τα έθνη αντιμετωπίζουν το ένα το άλλο ως ίσα και συνυπάρχουν ειρηνικά» μπορεί να διατηρηθεί η ασφάλεια και να εξαλειφθεί η «νοοτροπία του Ψυχρού Πολέμου» που ευθύνεται για τις συγκρούσεις.
Ο Κινέζος ηγέτης είχε προηγουμένως παρουσιάσει μια πρωτοβουλία παγκόσμιας διακυβέρνησης σε σύνοδο περιφερειακών χωρών, αποσκοπώντας στην ενίσχυση του ρόλου του παγκόσμιου Νότου στον ΟΗΕ. Αναλυτές σημειώνουν ότι η Κίνα προσπαθεί να προσελκύσει κράτη που θεωρούν το διεθνές σύστημα ως άδικα κυριαρχούμενο από τη Δύση, μειώνοντας έτσι την επιρροή των ΗΠΑ.
Η παρουσίαση των πυραύλων με υπερηχητική τεχνολογία και των νέων drones έδειξε ότι η Κίνα διαθέτει τα στρατιωτικά μέσα για να πλήξει παγκόσμιους στόχους, καθιστώντας την αναχαίτιση από τους αντιπάλους της δύσκολη. Παράλληλα, η έμφαση στην «ειρηνική ανάπτυξη» δεν καθησύχασε τους παρατηρητές, καθώς η Κίνα ενισχύει τους δεσμούς της με τη Ρωσία και τη Βόρεια Κορέα.
Αναλυτές προειδοποιούν ότι η δημιουργία δύο αντίπαλων στρατοπέδων είναι πλέον προφανής. Ο Έντουαρντ Χάουελ από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης τόνισε ότι η κοινή αντίθεση τους προς τις ΗΠΑ μπορεί να οδηγήσει σε στενότερες συνεργασίες στον τομέα του εμπορίου, όπλων και τεχνολογίας, με στόχο την υπονόμευση της διεθνούς τάξης υπό αμερικανική ηγεσία.
Ταυτόχρονα, η επιθετική στάση της Κίνας στη Νότια Σινική Θάλασσα και απέναντι στην Ταϊβάν προσεγγίζει τους συμμάχους της Αμερικής στην Ασία κοντά στην Ουάσινγκτον. Στο εσωτερικό, η κυβέρνηση αντιμετωπίζει προκλήσεις όπως η επιβράδυνση της οικονομίας και η ανεργία, γεγονός που ενισχύει την ανάγκη καλλιέργειας του εθνικισμού ως στρατηγική συσπείρωσης.
Ο Τονγκ Ζάο, ανώτερος συνεργάτης του Carnegie Endowment, σημείωσε ότι η παρέλαση «δεν χρησιμεύει μόνο για την επίδειξη ισχύος στο εξωτερικό, αλλά και για την ενίσχυση της εσωτερικής σταθερότητας, ώστε η Κίνα να στηρίξει τον μακροχρόνιο ανταγωνισμό με την Ουάσινγκτον».