Οι αγορές, για την ώρα, απομακρύνουν την προσοχή τους από την διένεξη μεταξύ του Ντόναλντ Τραμπ και της Fed, εστιάζοντας στην πολιτική κρίση που πλήττει τη Γαλλία. Αυτή η κρίση έχει οδηγήσει σε απότομη πτώση των μετοχών και των ομολόγων της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης.
Η προσπάθεια του Γάλλου πρωθυπουργού, Φρανσουά Μπαϊρού, να αποκτήσει υποστήριξη για το εξαιρετικά αντιδημοφιλές σχέδιο μείωσης του γαλλικού χρέους απέτυχε την Τρίτη, επιδεινώνοντας την πολιτική και οικονομική αστάθεια στη χώρα.
Ο βασικός χρηματιστηριακός δείκτης CAC-40 στο Παρίσι έχει υποχωρήσει περισσότερο από 3% αυτή την εβδομάδα, με τις τραπεζικές μετοχές να έχουν υποστεί τις μεγαλύτερες απώλειες. Η αντίδραση της αγοράς ομολόγων είναι επίσης κρίσιμη, δεδομένης της αύξησης της διαφοράς μεταξύ των αποδόσεων των 10ετών ομολόγων της Γαλλίας και της Γερμανίας, η οποία την Τρίτη έφτασε τις 79 μονάδες βάσης, τη μεγαλύτερη από τον Απρίλιο.
Η Γαλλία έχει ξαναβρεθεί σε αυτή την κατάσταση: Ο Μισέλ Μπαρνιέ αναγκάστηκε να παραιτηθεί από τη θέση του πρωθυπουργού λόγω ψήφου μη εμπιστοσύνης για τον προϋπολογισμό στα τέλη του 2024, μετά από μόλις τρεις μήνες στην εξουσία. Αυτή τη φορά, ο Μπαϊρού έχει ήδη προαναγγείλει ένα σκληρό πακέτο δημοσιονομικών μέτρων, με στόχο τη μείωση του ελλείμματος κάτω από το 3% του ΑΕΠ μέχρι το 2027.
Τα μέτρα περιλαμβάνουν περιορισμούς στις δημόσιες δαπάνες υγείας και παιδείας, περικοπές στις επιδοτήσεις καυσίμων, καθώς και σταδιακή μείωση ορισμένων κοινωνικών επιδομάτων. Οι εξαγγελίες αυτές έχουν προκαλέσει αντιδράσεις από συνδικάτα και κοινωνικούς φορείς, που προειδοποιούν ότι οι χαμηλότερες εισοδηματικές τάξεις θα επωμιστούν το μεγαλύτερο βάρος της προσαρμογής.
Το σύνολο των περικοπών ξεπερνά τα 44 δισεκατομμύρια ευρώ. Ο Πρωθυπουργός Μπαϊρού, με δύο διαγγέλματα σε 48 ώρες, έχει θέσει το διακύβευμα των επόμενων 13 ημερών στο λιτό αλλά περιεκτικό «χάος ή ευθύνη». Αντιμέτωπος με την πολιτική κρίση που προμηνύεται μετά τις 8 Σεπτεμβρίου, ο Εμανουέλ Μακρόν και το στρατόπεδό του αναζητούν ποια κατεύθυνση πρέπει να ακολουθήσουν, προσπαθώντας παράλληλα να πείσουν τον εαυτό τους ότι η απόφαση του Φρανσουά Μπαϊρού ήταν ορθή.