Η αδυναμία να επιτευχθεί συμφωνία για τη χρηματοδότηση δημόσιων δαπανών οδήγησε στη διακοπή λειτουργίας υπηρεσιών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ, γνωστή ως shutdown. Παρόλα αυτά, η επίδρασή της στις διεθνείς αγορές δεν ήταν τόσο σημαντική όσο αναμενόταν, με τους αναλυτές και τους επενδυτικούς οίκους να διατηρούν την αισιοδοξία τους.
Κατά την έναρξη του shutdown, εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι των δημόσιων υπηρεσιών τέθηκαν σε καθεστώς άδειας άνευ αποδοχών, ωστόσο οι μεγάλοι δείκτες μετοχών στη Wall Street και την Ευρώπη έκλεισαν με κέρδη, ενώ η ανοδική τάση συνεχίστηκε και τις επόμενες ημέρες.
Η προηγούμενη εμπειρία από παρόμοια shutdown στην ιστορία των ΗΠΑ ενίσχυσε την αίσθηση της ασφάλειας στους επενδυτές, με την τεχνητή νοημοσύνη και τις προοπτικές μειώσεων επιτοκίων από την Fed να διατηρούν την αγορά σε αισιόδοξη τροχιά. Μοναδική επίπτωση παρατηρήθηκε στην τιμή του χρυσού, που συνέχισε το ανοδικό του κίνημα πλησιάζοντας τα 3.900 δολάρια ανά ουγκιά.
Η μικρή επίπτωση στο ΑΕΠ από τα shutdown στο παρελθόν αποδεικνύεται ασήμαντη στο μακροοικονομικό επίπεδο, με το τελευταίο shutdown του 2018/2019 να έχει εκτιμηθεί ότι προκάλεσε μείωση του ΑΕΠ σε 11 δισ. δολάρια. Ωστόσο, η ανάκτηση του μεγαλύτερου μέρους αυτού του ποσού μετά τη λήξη του shutdown αποδεικνύει τη σχετική ασήμαντη επίπτωση του στις αγορές.
Η διαφωνία μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων για το νομοσχέδιο του Λευκού Οίκου δημιουργεί αβεβαιότητα, με τις δύο πλευρές να προσπαθούν να αποφύγουν τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης. Ο Τραμπ απειλεί με απολύσεις δημόσιων υπαλλήλων, ενώ οι Δημοκρατικοί επιμένουν σε συγκεκριμένες προϋποθέσεις για τη συνέχιση της χρηματοδότησης.
Το φαινόμενο του shutdown είναι μοναδικό στις ΗΠΑ, λόγω του ειδικού νόμου για τη χρηματοδότηση δαπανών. Η ανάγκη ενισχυμένης πλειοψηφίας στο Κογκρέσο για την έγκριση δαπανών οδηγεί σε τέτοιες καταστάσεις, που σπανίζουν σε άλλες χώρες.