Η εταιρεία ναυτιλιακών αναλύσεων Ardmore εκτιμά ότι ο λαθρεμπορικός στόλος της Ρωσίας περιλαμβάνει περισσότερα από 1.200 δεξαμενόπλοια, με μέσο όρο ηλικίας τα 16 έτη. Αντίθετα, η εταιρεία συμβούλων Windward προβαίνει σε πιο ανησυχητικές εκτιμήσεις, υποστηρίζοντας ότι ο αριθμός μπορεί να φτάνει τα 1.400 πλοία που συμμετέχουν σε λαθρεμπόριο, αντιπροσωπεύοντας το 17% του παγκόσμιου στόλου τάνκερ.
Με την όξυνση των κυρώσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ρωσία δημιούργησε ένα «σκιώδες» ναυτιλιακό σύστημα παράλληλα με το νόμιμο. Το 2022 παρατηρήθηκε αύξηση στις πωλήσεις παλαιών πετρελαιοφόρων, τα οποία κανονικά θα κατέληγαν σε διαλυτήρια, ενώ η ζήτηση ήταν τόσο υψηλή που αρκετά τάνκερ πωλήθηκαν ενώ βρίσκονταν ήδη σε διαλυτήρια.
Οι τιμές των μεταχειρισμένων πετρελαιοφόρων, ιδίως των Aframaxes που μεταφέρουν έως 600.000 βαρέλια, εκτοξεύθηκαν κατά 86%, φτάνοντας από 11,8 εκατ. δολάρια σε 22 εκατ. δολάρια. Σύμφωνα με την εταιρεία αποτίμησης VesselsValue, καταγράφηκαν 148 πωλήσεις Aframaxes, αυξημένες κατά 5% σε σχέση με το 2021.
Πολλά από αυτά τα πλοία είναι παλιά και πολλές φορές δεν διαθέτουν τα απαραίτητα έγγραφα, γεγονός που έχει οδηγήσει σε περιστατικά όπως η σύλληψη του πλοιάρχου του «Borakay» από το Γαλλικό Πολεμικό Ναυτικό. Το συγκεκριμένο τάνκερ φέρεται να έχει χρησιμοποιηθεί από τη ρωσική πλευρά ως βάση απογείωσης drones που προκάλεσαν το κλείσιμο αεροδρομίων στη Δανία.
Ο ρωσικός «σκιώδης» στόλος χρησιμοποιεί διάφορες παραπλανητικές τακτικές για να αποφύγει τις κυρώσεις, όπως οι «μεταγγίσεις» πετρελαίου μεταξύ πλοίων, η συσκότιση του συστήματος AIS, η παραποίηση θέσεων και η αλλαγή ονόματος ή ταυτότητας. Συχνά χρησιμοποιούνται σημαίες από χώρες όπως η Λιβερία, η Γκαμπόν, ο Παναμάς και η Μάλτα, ενώ μερικά πλοία αλλάζουν σημαίες εν πλω για να δυσκολεύουν τον εντοπισμό τους από τις ευρωπαϊκές αρχές.