Το Μουσείο του Λούβρου δεν είναι μόνο το πιο αναγνωρίσιμο μουσείο παγκοσμίως, αλλά και ένας καθρέφτης της ευρωπαϊκής ιστορίας και του πολιτισμού, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα και τις σκοτεινές πλευρές του.
Πίσω από τις γυάλινες πυραμίδες και τις ατελείωτες ουρές επισκεπτών, το παλιό Παλάτι των βασιλέων έχει βιώσει πολλές φορές την απειλή και τις συνέπειες της κλοπής.
Από τον Ιταλό μπογιατζή που έκλεψε τη «Μόνα Λίζα» το 1911 μέχρι τη θεαματική ληστεία των κοσμημάτων του Στέμματος το 2025, το Λούβρο παραμένει ένας χώρος όπου το μεγαλείο συναντά την ανθρώπινη αδυναμία.
Λίγα χρόνια πριν από την εμβληματική κλοπή της «Μόνα Λίζα», το Λούβρο είχε ήδη βρεθεί στο κέντρο ενός μικρού, αλλά αποκαλυπτικού, σκανδάλου. Το 1906 και το 1907, δύο ιβηρικές λίθινες κεφαλές εξαφανίστηκαν από το μουσείο.
Ο δράστης, Ονορέ-Ζοζέφ Γκερί-Πιερρέ, ήταν γνωστός στους καλλιτεχνικούς κύκλους του Παρισιού και είχε σχέσεις με τον ποιητή Γκιγιώμ Απολλιναίρ και τον νεαρό Πάμπλο Πικάσο.
Τα γλυπτά επεστράφησαν τελικά το 1911, όταν ξέσπασε η υπόθεση της «Τζοκόντας» και οι αρχές αποκάλυψαν τις προηγούμενες κλοπές. Ήταν το πρώτο σημάδι ότι η ασφάλεια του μουσείου δεν ήταν τόσο «αδιαπέραστη» όσο φαινόταν.
Στις 21 Αυγούστου 1911, ο Ιταλός τεχνίτης Βιντσέντσο Περούτζια, πρώην υπάλληλος του μουσείου, έκλεψε τον πίνακα του Λεονάρντο ντα Βίντσι απλώς αφαιρώντας τον από την κορνίζα και φεύγοντας από την πίσω πόρτα.
Η «Μόνα Λίζα» παρέμεινε άφαντη για δύο ολόκληρα χρόνια. Το Παρίσι ήταν σε αναβρασμό, οι εφημερίδες δημοσίευαν θεωρίες συνωμοσίας και η φήμη του έργου εκτοξεύτηκε.
Ο πίνακας εντοπίστηκε τελικά το 1913 στη Φλωρεντία, όταν ο Περούτζια προσπάθησε να τον πουλήσει σε Ιταλό έμπορο τέχνης. Επέστρεψε στο Λούβρο, αποκτώντας ήδη τη φήμη του πιο διάσημου πίνακα του κόσμου. Η απουσία του τον μετέτρεψε σε θρύλο.
Η επιστροφή της «Μόνα Λίζα» στο Λούβρο στις 4 Ιανουαρίου 1914 επιβεβαίωσε τη θέση της στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά.