Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πριν από λίγα χρόνια ότι ένα νέο διαμέρισμα στο Παγκράτι, το οποίο αναμένεται να παραδοθεί στα τέλη του 2025 ή στις αρχές του 2026, θα κοστίζει 8.250 ευρώ ανά τ.μ.; Ωστόσο, οι υψηλές τιμές δεν περιορίζονται μόνο στα νότια προάστια. Σε παραδοσιακές γειτονιές της Αθήνας, οι αγγελίες εμφανίζουν επίσης ακραίες τιμές για τα λίγα καινούρια σπίτια, όπως μια μεζονέτα 140 τ.μ. στο Παγκράτι, η οποία πωλείται προς 1,155 εκατ. ευρώ.
Αλλά και οι παλιές κατασκευές δεν μένουν πίσω: στην ίδια περιοχή, ένα ανακαινισμένο διαμέρισμα 47 τ.μ. του 1959 ζητείται προς 323.000 ευρώ, δηλαδή 6.870 ευρώ ανά τ.μ. Οι αγγελίες αυτές επιβεβαιώνουν τη διαπίστωση της Τράπεζας της Ελλάδος ότι το γ' τρίμηνο του 2023 ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής των τιμών των διαμερισμάτων στην Ελλάδα ανήλθε στο 7,7%.
Οι τιμές των ακινήτων συνεχίζουν να αυξάνονται, αν και οι ειδικοί της αγοράς αναφέρουν ότι η ισορροπία μεταξύ πωλητών και αγοραστών αλλάζει υπέρ των δεύτερων, με τα σπίτια που δεν έχουν σωστή τιμή να παραμένουν περισσότερο χρόνο στις αγγελίες.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι Έλληνες, παραδοσιακά συνδεδεμένοι με την ιδιοκατοίκηση, έχουν αρχίσει να υιοθετούν πιο ευρωπαϊκές συμπεριφορές, με το ποσοστό ιδιοκατοίκησης να έχει μειωθεί κατά 15 ποσοστιαίες μονάδες τα τελευταία 20 χρόνια, από 84,6% το 2005 σε 69,4% το 2024, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat.
Από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για το γ' τρίμηνο, προκύπτει ότι οι περιοχές εκτός Αθήνας σημειώνουν τη μεγαλύτερη άνοδο τιμών. Ειδικότερα, στην Αθήνα, η αύξηση των τιμών φτάνει το 6,6%, ενώ στη Θεσσαλονίκη, που βιώνει μια εντυπωσιακή ανάκαμψη, η αύξηση είναι 9,6%.
Στις πιο ακριβές περιοχές της Αθήνας, όπως τα νότια προάστια, οι μέσες τιμές αγγελιών ανέρχονται σε 4.091 ευρώ ανά τ.μ. Αντίθετα, στην Καστοριά, η πιο οικονομική περιοχή της χώρας, η μέση τιμή είναι μόλις 530 ευρώ ανά τ.μ. Στην Αθήνα, στη Βουλιαγμένη, οι τιμές φτάνουν τα 7.586 ευρώ ανά τ.μ., σε σύγκριση με την Καλαμαριά και το κέντρο της Θεσσαλονίκης, όπου οι τιμές είναι 3.059 ευρώ και 2.895 ευρώ αντίστοιχα.