Ο Ντόναλντ Τραμπ, στη διάρκεια της δεύτερης θητείας του, έχει αποδείξει ότι είναι ένας Πρόεδρος που δεν διστάζει να επιτίθεται στα πολιτικά μέτωπα. Μέσα σε τέσσερις μήνες, έχει ανοίξει πολλά μέτωπα και συνεχίζει να το πράττει με αποφασιστικότητα. Οι πρόσφατες εξελίξεις στο Λος Άντζελες, με την ανάπτυξη εθνοφρουράς και την προσθήκη 700 στρατιωτών των ειδικών δυνάμεων, φέρνουν την Πολιτεία στα όρια της, όπου τα ποσοστά αποδοχής του Τραμπ είναι ιδιαίτερα χαμηλά.
Η στρατηγική του Τραμπ φαίνεται να επιστρέφει τη χώρα στη δεκαετία του ’60, όταν παρακάμπτονταν οι συνταγματικές διαδικασίες μέσω του «νόμου περί εξέγερσης» του 1807. Μέσα από το μεταναστευτικό ζήτημα, προσπαθεί να δημιουργήσει συνθήκες που δεν στοχεύουν σε πραγματική επίλυση προβλημάτων, αλλά στην υλοποίηση ενός μακροπρόθεσμου σχεδίου με πολιτικές συνέπειες.
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ έχει εστιάσει την κριτική του στον Κυβερνήτη της Καλιφόρνιας, Γκάβιν Νιούσομ, με τις δύο προσωπικότητες να συγκρούονται δημόσια. Παρά τις χιλιάδες συλλήψεις παράτυπων μεταναστών που έγιναν, το ποσοστό παραβατικότητας είναι χαμηλότερο από άλλες πολιτείες, όπως η Νέα Υόρκη. Ωστόσο, ο Τραμπ φαίνεται να έχει άλλους στόχους, με το μήνυμα προς τις υπόλοιπες Δημοκρατικές πολιτείες να είναι σαφές: το 2029 δεν θα υπάρχει άλλη επιλογή από αυτόν.
Η τακτική του Τραμπ, που περιλαμβάνει την παράκαμψη του Συντάγματος και την επιβολή καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης, προκαλεί ανησυχία τόσο στις ΗΠΑ όσο και διεθνώς. Οι συνεχείς επιθέσεις του σε ακαδημαϊκά ιδρύματα και Δημοκρατικά προπύργια δείχνουν την πρόθεσή του να εξαλείψει οποιαδήποτε αντίσταση στις πολιτικές του.
Η πρόκληση του Τραμπ στο Λος Άντζελες είναι μεγάλη, καθώς δεν αντιμετωπίζει απλώς έναν Δημοκρατικό Κυβερνήτη, αλλά έναν πολιτικό που μπορεί να αποδειχθεί ανταγωνιστής του το 2029. Ο Νιούσομ, ως ένας από τους λίγους Δημοκρατικούς που εκφράζουν πολιτικό λόγο, βλέπει τις επιθέσεις του Τραμπ ως ευκαιρία να προωθήσει την πολιτική του καριέρα και δεν θα επιτρέψει να την αφήσει ανεκμετάλλευτη.