Στις 24 Σεπτεμβρίου 1828, ο κυβερνήτης της Ελλάδας Ιωάννης Καποδίστριας υπέγραψε το διάταγμα που θεμελίωσε την πρώτη δημόσια υπηρεσία της χώρας: τα Ελληνικά Ταχυδρομεία. Η ανάγκη για τη δημιουργία αυτής της υπηρεσίας προήλθε από την επικοινωνία που απαιτούνταν κατά τη διάρκεια της εισβολής του Δράμαλη στην Πελοπόννησο, όταν οι οπλαρχηγοί χρησιμοποίησαν έφιππους ταχυδρόμους για να επικοινωνούν.
Το μέλλον των ΕΛΤΑ φαινόταν λαμπρό, καθώς το 1835 χτίστηκε το πρώτο δημόσιο κτίριο στην Αθήνα, με τους 10 υπαλλήλους και τους δύο διανομείς. Ωστόσο, σχεδόν 200 χρόνια αργότερα, η κατάσταση των Ελληνικών Ταχυδρομείων έχει αλλάξει δραματικά. Ένα νέο σχέδιο αναδιάρθρωσης τίθεται σε εφαρμογή, που μοιάζει με προσπάθεια επανόρθωσης σε έναν ασθενή που βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση.
Διάφορες αμαρτίες, παραλείψεις και αποφάσεις κατά τη διάρκεια των χρόνων έχουν οδηγήσει τα ΕΛΤΑ σε δύσκολη θέση. Ο Υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Κυριάκος Πιερρακάκης, αναφέρεται σε «δύσκολες αποφάσεις», όπως το κλείσιμο 204 καταστημάτων, που είναι απαραίτητες για την επιβίωση της υπηρεσίας.
Αυτές οι αποφάσεις δεν είναι πρωτόγνωρες, καθώς τα ΕΛΤΑ εδώ και δεκαετίες πλήττονται και οι υπεύθυνοι δεν φαίνεται να αντιδρούν. Η υπηρεσία, που έχει την υποχρέωση να συνδέει την ηπειρωτική και νησιωτική Ελλάδα, έχει βρεθεί σε καθεστώς συρρίκνωσης.
Η δικαιολογία για τη μείωση των ταχυδρομικών υπηρεσιών είναι ότι οι ταχυδρομικές υπηρεσίες σε παγκόσμιο επίπεδο περνούν δύσκολες στιγμές λόγω της τεχνολογίας και του διαδικτύου, που έχουν αλλάξει τον τρόπο επικοινωνίας. Η ανάγκη για ταχυδρομικά γράμματα έχει μειωθεί δραματικά, με ποσοστό υποχώρησης που ξεπερνά το 40% από το 2018.
Ωστόσο, καθώς λιγοστεύει η χρήση του παραδοσιακού ταχυδρομείου, η ζήτηση για αποστολές δεμάτων αυξάνεται. Το ηλεκτρονικό εμπόριο έχει εκτοξευθεί, με τις εταιρείες κούριερ να δυσκολεύονται να διαχειριστούν τον αυξανόμενο όγκο εργασίας. Αυτό προσφέρει μια χρυσή ευκαιρία για τα ΕΛΤΑ να επαναστατήσουν στην αγορά.
Παρά τις προειδοποιήσεις για τη βιωσιμότητα των ΕΛΤΑ, οι διοικήσεις φάνηκαν να είναι ανήμπορες να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες. Αν και υπήρχαν ιδέες και ευκαιρίες, η εφαρμογή τους παρέμεινε περιορισμένη.